Generatie betekenis grieks
Retrieved from "?title=generatie&oldid=". In dit geval saeculum wordt gebruikt als vertaling voor het Grieks αἰών. De meest algemene betekenis van beide woorden is “levensduur” of “generatie”; in het Latijn kreeg het ook de betekenis van eeuw, omdat dat een mooi rond getal is en ook dicht bij de maximale menselijke levensduur ligt. Generatie betekenis grieks Voor gebruik op academisch niveau volstaan de Grieks-Nederlandse handwoordenboeken niet en moet je uitwijken naar andere, meer complete en genuanceerde, lexica. Zij lijsten voor elk lemma verscheidene betekenissen op, en verwijzen daarbij naar precieze passages waarin die betekenissen betuigd zijn.
Δημιουργία ερμηνεία δημιουργία θηλυκό. η ενέργεια του ρήματος δημιουργώ η δημιουργία ενός έργου τέχνης; το αποτέλεσμα (παράγωγο, παραγόμενο) της πράξης (του ρήματος) δημιουργώ, το δημιούργημα.
Γενιά έννοια
Μια γενιά αναφέρεται σε όλους τους ανθρώπους που χωρίζονται σε κατηγορίες ηλικιων και ζουν περίπου την ίδια εποχή, και αντιμετωπίζονται συλλογικά. [1]. Η γενιά ή γενεά είναι μια έννοια που προσδιορίζει το σύνολο ανθρώπων της ίδιας ηλικίας σε σχέση με τους προγόνους και τους απογόνους.- Γενιά έννοια Γενιά Υ ή Ν: Όσοι είναι γεννημένοι μεταξύ (ή ). Γενιά Ζ: Όσοι είναι γεννημένοι μεταξύ (ή ). Γενιά Άλφα: Όσοι είναι ή γεννιούνται μεταξύ
Γενεά νόημα
γενεά θηλυκό. η γενιά, οι άνθρωποι που ανήκουν σε μια ηλικιακή ομάδα ⮡ το χάσμα των γενεών. In answer Jesus said, “O faithless and perverse generation (genea | γενεά | voc sg fem), how long am I to be with you and put up with you? Bring your son here.” LukeΓενεά νόημα Check 'γενεά' translations into English. Look through examples of γενεά translation in sentences, listen to pronunciation and learn grammar.
Γοητεία σημασία
γοητεία θηλυκό. η ιδιαίτερη δύναμη που έχει η ακτινοβολία και η χάρη της ομορφιάς ενός προσώπου και η έλξη που προκαλεί ≈ συνώνυμα: σαγήνη. Translation of "γοητεία" into English. charm, appeal, fascination are the top translations of "γοητεία" into English. Sample translated sentence: Και το πιο φοβερό θηρίο έχει τη γοητεία του. ↔ But even the ugliest monster has its charm, Tato.- Γοητεία σημασία η ιδιαίτερη ελκτική δύναμη που διαθέτει ή που ασκεί κάποιος ή κάτι (μυστηριώδης / ακατανίκητη γοητεία) (Έχει αντίθετα).